ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| ως υπερβάλλουσα χρήση | overuse |
| γλώσσα ΑΡΥ (Αντικείμενο-Ρήμα-Υποκείμενο) (η) | ovs language |
| Πρόγραμμα Συμπαράθεσης της Οξφόρδης (το) | Oxford Concordance Program (OCP) |
| Ψυχογλωσσολογική Βάση Δεδομένων της Οξφόρδης (η) | Oxford Psycholinguistic Database |
| Σπουδές Λεξικογραφίας και Λεξικολογίας στην Οξφόρδη (οι) | Oxford Studies in Lexicography and Lexicology |
| Αρχείο Κειμένων της Οξφόρδης (το) | Oxford Text Archive (OTA) |
| οξύμωρο (το) | oxymoron |
| οξύτονος,-η,-ο | oxytone |
| p-Κελτική (η) (γλώσσα) | p-Celtic |
| Πρό-θημα (το) | p-fix |