ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
ομοπλάγιος,-α,-ο ipsilateral
Ιρανική (η) (γλώσσα) Iranian
Ιρλανδικά (τα) Irish
ειρωνεία (η) irony
Ιροκεζική, Ιροκουά (η) (γλώσσα) Iroquoian
μη πραγματικός,-ή,-ό irrealis
μη πραγματική τροπικότητα (η) irrealis mood
ανώμαλος,-η,-ο irregular
α­νώ­μα­λος-η-ο irregular / anomalous
ανώμαλοι τύποι (οι) irregular forms