ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
τοπολογία (η) | topology |
Τοπωνοματική (η), Τοπωνυμία (η) | toponomastics, toponymy |
τοπωνύμιο (το) | toponym |
τοπωνυμικός,-ή,-ό | toponymic |
τοπωνυμία (η) | toponymy |
τόπος (ο) | topos |
Τοσκική (η) (διάλεκτος) | Tosk |
Ολικός-ή-ό | total |
πλήρης εξηγησιμότητα (η) | total accountability |
αφομοίωση ολική | total assimilation |