ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Τερματική διαδοχή στοιχείων (η) | terminal string |
τελικό σύμβολο | terminal symbol |
τερματικό σύμβολο | terminal symbol |
τερματικό σύμβολο (το) | Terminal symbol / terminal set |
λήξη (η) | termination |
τερματικός,-ή,-ό | terminative |
λεξικογράφος ορολογίας (ο) | terminographer |
λεξικογραφία ορολογίας | terminography |
ορογραφία | terminography |
ορολογική ανάλυση (η) | terminological analysis |