ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
διακύμανση δυναμικού τόνου stress contour
πόδας (δυναμικού) τόνου(ο) stress foot
ομάδα δυναμικού τόνου (η) stress group
περιστολή/ανάκληση δυναμικού τόνου (η) stress retraction
(δυναμικά) τονισμένος,-η,-ο stressed
(δυναμικά) τονισμένο φωνήεν (το) stressed vowel
τονοχρονισμένος-η-ο stress-timed
γλώσσες δυναμικού τονισμού stress-timed languages
τονοχρονισμένος ρυθμός (ο) stress-timed rhythm
τακτά χρονικά διαστήματα (τα) stress-timing