ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
νεωτερισμός ομιλητή (ο) speaker innovation
αναγνώριση ομιλητή (η) speaker recognition
επαλήθευση ομιλητή(η) speaker verification
αναφορά του ομιλητή (η) speaker’s reference
ανικανότητα ομιλίας speaking disability
τύπος των Σπίαρμαν και Μπράουν (ο) spearman-brown formula
χαρακτ spec
συμφωνία χαρακτηριστή-κεφαλής (η) spec/head agreement
ειδικός χαρακτήρας special character
ειδικό/εξειδικευμένο λεξικό (το) special dictionary