ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
υποτακτικός,-ή,-ό | hypotactic |
υπόταξη (η) | hypotaxis |
υποταγμένα λήμματα | subentries |
υποταγμένη καταχώρηση (η), υπο-καταχώρηση (η) | sub-entry |
υποτακτική (η) | subjunctive (subj, SUBJ, subjun) |
υποτακτική έγκλιση (η) | subjunctive mood |
υποταγμένο λήμμα (το), υπο-λήμμα (το) | sub-lemma |
υποτακτικός,ή,ό | subordinate |
υπόταξη (η) | subordination |
υποτακτικός-ή-ό | subordinator |