ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

424 results
Greek Term English Term
υπόστρωση (η) layering
υποσυστημικός,-η,-ο, modular
υποσυστημικός-ή-ό modular
υποσυστημική προσέγγιση (η) modular approach
υποσυστημικότητα (η) modularity
υποσυστημικότητα (η), τμηματικότητα (η), στοιχειακότητα (η) modularity
υποσύστημα (το) module
Υποσύστημα (το), τμήμα (το), στοιχείο (το) module
υποσχετική promissive
υποσύνολο (το) subset