ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

424 results
Greek Term English Term
υποκρισία των ζώων (η) animal deception
υποκοριστικό (το) diminutive
υποκοριστικό πρόσφυμα(το) diminutive affix
υποκορισμός (ο) hypocorism
υποκοριστικό (το) hypocoristic
Υποκοριστικό (το), Χαϊδευτικό (το) hypocoristic
υποκοριστικός,-ή,-ό hypocoristic
υποκινητής της ρετρωνυμίας/παλαιωνυμίας retronymy-instigator
υποκουλτούρα (η) sub-culture
υποκίνηση (η) subgesture