ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

720 results
Greek Term English Term
τερματικός-ή-ό eventive
Τερματικός κόμβος (ο) Leaf node / terminal node
τερματικό στοιχείο terminal element
τερματικός κόμβος terminal node
τερματική σειρά terminal order
τερματική διαδοχή στοιχείων terminal string
Τερματική διαδοχή στοιχείων (η) terminal string
τερματικό σύμβολο terminal symbol
τερματικό σύμβολο (το) Terminal symbol / terminal set
τερματικό χρήστη user terminal