ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| συναισθηματικός,-ή,-ό | affective |
| συναισθηματικό φιλτράρισμα (το) | affective filtering |
| συναισθηματική λειτουργία (η) | affective meaning |
| συναισθηματική σημασία (η) | affective meaning |
| συναισθηματικός συμβολισμός (ο) | affective symbolism |
| συναισθηματική μεταβλητή (η) | affective variable |
| συναίσθηση του ονόματος (η) | naming insight |
| συναισθησία (η) | synaesthesia |
| Συναισθησία (η) | synaesthesia/synesthesia |
| συναλοιφή (η) | synaloepha |