ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
συλλαμβανόμενος χρόνος (ο) | conceived time |
σύλληψη (η) | conception |
σύλληψη δεδομένων (η) | data-capture |
συλλαβοποιώ | syllabify |
Συλλαβοχρονισμένος-η-ο | syllable-timed |
συλλαβοχρονισμένος-η-ο | syllable-timed |
συλλαβοχρονισμένη γλώσσα | syllable-timed language |
συλλαβοχρονική γλώσσα | syllable-timed language |
συλλαβοχρονισμένος ρυθμός (ο) | syllable-timed rhythm |
σύλληψη (η), ζεύγμα (το) | syllepsis |