ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Συσχετιστική Βάση Δεδομένων του Κέντρου Λεξικών Πληροφοριών (η) | Centre for Lexical Information (CELEX) Relational Database |
συσχετισμός (ο) | correlation |
συσχέτιση (η) | correlation |
συσχετιστική δεσμίδα (η) | correlational bundle |
συσχετιστής (ο) | functor |
συσχέτιση βαθμού (η) | rank correlation |
συσχετιστικ'η βάση δεδομένων (η) | relational database |
συσχετιστική γραμματική(η) | relational grammar |
συσχετιστικά αντίθετα | relational opposites |
συσχετισμός λέξεων | word association |