ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
παράγωγη έννοια | derived sense |
παράγωγη δομή | derived structure |
παράγωγη αντίθεση (η) | derived contrast |
παραγωγή (λεξικού) | production |
παραγωγή (η) | derivation |
παράγω | derive |
παραγραμματισμός (ο) | paragrammatism |
παραγόντιση (η) | factorization |
Παραγοντική Τυπολογία (η) | Factorial typology |
παραγοντική δοκιμασία (η) | discrete-point test |