ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| προτρεπτικός,-ή,-ό | adhortative |
| προτρεπτικός-ή-ό | exhortative |
| προτροποποίηση (η) | premodification |
| προτροποποιητής (ο) | premodifier |
| προτροποποιώ | premodify |
| προτυπικός-ή-ό | prototypical |
| πρότυπη προφορά (η) | received pronunciation |
| πρότυπα υποδοχέων και σημείων πλήρωσης | slot-and-filler |
| Πρότυπη αγγλική (η) | standard English |
| πρότυπη/καθιερωμένη προφορά (η) | standard pronunciation |