ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| περίγραμμα ισορροπίας (το) | balance schema |
| περιβαλλοντική ελευθερία (η) | context-freeness |
| περιβαλλοντικός-ή-ό | contextual |
| περιβαλλοντική ανάλυση | contextual analysis |
| περίγραμμα (το) | contour |
| Περίγραμμα (το), Περίγυρος (ο), Περιγραμματικός-ή-ό, Διακύμανση (η) | contour |
| περιβάλλουσα | envelope |
| περίγραμμα γεγονότος | event schema |
| περίβλημα (έλυτρο) μυελίνης (το) | myelins heath |
| περίγραμμα | schema (pl. schemata) |