ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

553 results
Greek Term English Term
οποιοδήποτε κείμενο unrestricted text
οικουμενική γλώσσα (η) universal language
Όνομα μονάδας (το) unit noun
ομοιομορφισμός (ο) uniformitarianism
Ουκρανέζικα Ukrainian
Ουκρανέζικα UK
Ουιγουρική (η) (γλώσσα) Uigur
Ουγγρική (η) (γλώσσα) Ugric
Ουγκαριτική (η) (γλώσσα) Ugaritic
Ουιγουρική (η) (γλώσσα) UG