ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
οποιοδήποτε κείμενο | unrestricted text |
οικουμενική γλώσσα (η) | universal language |
Όνομα μονάδας (το) | unit noun |
ομοιομορφισμός (ο) | uniformitarianism |
Ουκρανέζικα | Ukrainian |
Ουκρανέζικα | UK |
Ουιγουρική (η) (γλώσσα) | Uigur |
Ουγγρική (η) (γλώσσα) | Ugric |
Ουγκαριτική (η) (γλώσσα) | Ugaritic |
Ουιγουρική (η) (γλώσσα) | UG |