ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1173 results
Greek Term English Term
μέσος παράγοντας διακλάδωσης λέξης (ο) average word branching factor
Μπασκίρ (η) (γλώσσα) BA
μωρουδίστικη ομιλία (η) baby-talk
Μπαμπάρα (η) (γλώσσα) Bambara
Μπανκ οφ Ίνγλις (κόρπους) Bank of English (BoE)
Μπαντού (η) (οικογένεια γλωσσών) Bantoid
Μπαντού (τα) Bantu
μεταβλητή τόνου (η) bar variable
Μπαρκ (ο) Bark
Μπάσκιρ (η) (γλώσσα) Bashkir