ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
μόλις διακρίσιμη διαφορά (η), Ελάχιστα αισθητή διαφορά (η) | just noticeable difference |
Μογλενίτικη (η) (γλώσσα) | Megleno-Rumanian |
Μολδαβικά (τα) | MO |
Μόμπα (η) (γλώσσα) | Moban |
Μολάλα (η) (γλώσσα) | Molala |
Μολδαβικά (τα) | Moldavian |
Μον (η) (γλώσσα) | Mon |
Μον-Χμερ (η) (γλώσσα) | Mon-Khmer |
μονoθέσιος,-α,-ο | one-place |
μονάδα (η) | unit |