ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Κόρπους Προφορικής και Γραπτής Ακαδημαϊκής Γλώσσας TOEFL 2000 (το) | TOEFL 2000 Spoken and Written Academic Language Corpus (T2K-SWAL) |
κορυφή της γλώσσας | tongue apex |
κορμός της γλώσσας | tongue body |
Κόρπους Εργαλείων Συντακτικής Ανάλυσης Κόρπους (το) | Tools for Syntactic Corpus Analysis (TOSCA) Corpus |
καθοδικός συντακτικός αναλυτής | top-down parser |
κόρπους εκπαίδευσης (το) | training corpus |
κατάλληλη μεταβατική θέση | transition relevance place |
κατάλληλη μεταβατική θέση (η) | transition-relevance place |
κλαδικό διάγραμμα | treediagram |
κοιλάδα κύματος | trough |