ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
επωνύμιο (το) | (appellative) eponym |
επονοματικός,-ή,-ό | adnominal |
επιχειρηματολογία (η) | argumentation |
επιχείρημα της οξιάς (το) | beech argument |
εποικοδομισμός (ο) | constructivism |
επωνύμιο | eponym |
επωνυμικός | eponymous |
εποπτικός μηχανισμός (ο) | monitor |
εποπτικό κόρπους (το), κόρπους ελέγχου (το) | monitor corpus |
επόμενος τόνος | trailing tone |