ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
εθνικό όνομα (το) | ethnic name |
εθνογραφική έρευνα (η) | ethnographic research |
εθνογραφία (η) | ethnography |
εθνογραφία της επικοινωνίας | ethnography of communication |
εθνογραφία της ομιλίας | ethnography of speaking |
εθνογλωσσική ζωτικότητα | ethnolinguistic vitality |
εθνογλωσσολογία | ethnolinguistics |
εθνικό αρχείο (το) | national archive |
εθνικό κόρπους (το) | national corpus |
εθνικό λεξικό (το) | national dictionary |