ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
έκφραση της καθομιλουμένης (η) | colloquial expression |
εκφυλισμένος πόδας | degenerate foot |
εκφραστικός | expressive |
εκφραστική αφασία (η) | expressive aphasia |
εκφραστική λειτουργία της γλώσσας (η) | expressive function of language |
εκφραστική σημασία | expressive meaning |
εκφραστικός συμβολισμός (ο) | expressive symbolism |
εκφώνημα (το) | utterance |
εκφώνηση | utterance |
Εκφώνημα (το), Εκφώνηση (η) | utterance |