ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
διαδοχικός,-ή,-ό | cascade |
διαδραστικός-ή-ό | interactive |
διαδραστικό λεξικό (το) | interactive dictionary |
διαδραστική επεξεργασία (η) | interactive processing |
διαδοχικός,-ή,-ό | sequential |
διαδοχική οργάνωση (η) | sequential organization |
διαδοχική σάρωση (η) | sequential scanning |
διάδοχο στοιχείο (το) | succedent |
διαδοχικός κυκλικός | successive cyclic |
διαδοχική κυκλικότητα (η) | successive cyclicity |