ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
βοή (η) | babble |
βλάσφημος,-η,-ο | blasphemous |
βλασφημία (η) | blasphemy |
βλάβη ομιλίας | speech impairment |
βιωματισμός | emotivism |
βιωματικά εγκεφαλικά δυναμικά | event-related brain potentials (ERP) |
Βιρμανικά (τα) | Burmese |
Βιρμανικά (τα) | MY |
βιοπρόγραμμα (το) | bioprogram |
βιολογική γλωσσολογία (η) | biological linguistics |