ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

254 results
Greek Term English Term
Βελτιώνω ameliorate
βέλος (το) arrow
βέλος προς τα κάτω (το) down arrow
βελτίωση enhancement
βεδικοί ύμνοι (οι) Vedic hymns
Βελτιστοποίηση λεξικού (η) Lexicon optimization
Βέλτιστος-η-ο optimal
βελτιστοποίηση (η) optimization
βελτίωση (ή ανάδειξη) ομιλίας speech enhancement
βέλος προς τα πάνω (το) up arrow