ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
αντικειμενική γενική (η) | objective genitive |
αντικειμενικό τεστ (το) | objective test |
αντικειμενική ερώτηση/αντικειμενικό ζητούμενο τεστ (η/το) | objective test item |
αντικειμενιστική σημασιολογία (η) | objectivist semantics |
Ανύψωση αντικειμένου (η) | Object-raising |
ανύψωση σε αντικείμενο (η) | object-raising |
αρχή του υποχρεωτικού περιγράμματος (η) | obligatory contour principle |
αρχή του υποχρεωτικού περιγράμματος (η) | obligatory contour principle (OCP) |
αρχή του υποχρεωτικού περίγυρου (η) | obligatory contour principle (OCP) |
ανηθικότητα (η) | obscenity |