ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

2236 results
Greek Term English Term
Αντιστοίχιση (η), απεικόνιση (η) mapping
αλυσίδα Markov (η) Markov chain
αρσενικός masculine
αρσενικό γένος (ο) masculine
Αρσενικό (το) Masculine
αρσενικός-ή-ό masculine, m, masc, MASC
απόκρυψη (η) masking
αντιστοίχιση (η) matching
αμφίσημο υλικό (το) material biconditional
αλυσίδα-μητέρα (η) matrix string