ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Γλωσσών (το) | ELC |
εκλεκτική αλαλία (η) | elective mutism |
ηλεκτρίτης | electret |
ηλεκτροαερόμετρο | electroaerometer |
ηλεκτροαερομετρία | electroaerometry |
(ηλεκτρο)γλωττιδογράφημα (το) | electroglottogram |
ηλεκτρογλωττιδογράφος (ο) (ΗΓΓ) | electroglottograph (EGG) |
(ηλεκτρο)γλωττιδογραφικός-ή-ό | electroglottographic |
(ηλεκτρο)γλωττιδογραφία (η) | electroglottography |
ηλεκτροουρανισκογραφία ( η) | electropalatography |