ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

61 results
Greek Term English Term
ψευδο-διαδικασία (η) pseudo-procedure
ψευδοπαθητικές pseudo-passives
ψευδο-παθητική (η) pseudo-passive
Ψευδο-παθητικός-ή-ό pseudo-passive
ψευδο-αμετάβατος-η-ο pseudo-intransitive
ψευδο-δίπτυχη πρόταση (η) pseudo-cleft sentence
ψυχολογική ουσιοκρατία (η) phychological essentialism
Ψυχογλωσσολογική Βάση Δεδομένων της Οξφόρδης (η) Oxford Psycholinguistic Database
ψευδώνυμο, παρωνύμιο, παρατσούκλι (το) nickname
Ψυχογλωσσωλογική Βάση Δεδομένων του MRC (Συμβουλίου Ιατρικής Έρευνας) (η) MRC Psycholinguistic Database