ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

720 results
Greek Term English Term
Τ (tu) (εσύ) T
Ταγαλογική (η), Ταγκαλόγκ (η) (γλώσσα) Tagalog
Ταγαλογική (η), Ταγκαλόγκ (η) (γλώσσα) TL
τάγμα (το) tagma
ταγματική (η) tagmatics
τάγμημα (το) tagmeme
ταγμηματική (η) tagmemics
ταγμηματική ανάλυση tagmemic analysis
Τάι (η) (γλώσσα) Tai
Τάι-Καντάι (η) (γλώσσα) Tai-Kadai