ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
φυσική φωνολογία (η) natural phonology
φυσική σημασιολογική μεταγλώσσα (η) natural semantic metalanguage
φυσική σειριακότητα (η) natural serialization
φυσικό σημείο (to) natural sign
φυσικές τάσεις (οι) natural tense
φυσικά (έναντι συμβατικών) σημεία (τα) natural vs conventional signs
φυσικοποίηση (η) naturalization
όροι των φυσικών ειδών (οι) natural-kind terms
φυσικότητα (η) naturalness
φυσικότητα (η) naturalness