ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
μεικτή διάταξη (η) mixed order
Ανάμειξη (η) mixing
μίξη (η) mixing
Μιξτεκική (η) (γλώσσα) Mixtec
Σλάβικα (τα) MK
Μαλαγιαλάμ (η) (γλώσσα) ML
Σύγχρονο Τεστ Γλωσσικής Έφεσης (το) MLAT
ΜΜΕ MLU
Μογκολικά (τα) MN
Μολδαβικά (τα) MO