ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
κύρια πρόταση (η) main clause
ανεξάρτητη πρόταση (η) main clause
ελεύθερη πρόταση (η) main clause
κύρια πηγή (η) main source
κύριο ρήμα (το) main verb
κύριο λήμμα (το) main-entry
διατηρώ maintain
διατήρηση (η) maintenance
δι(πλό)γλωσση εκπαίδευση διατήρησης (η) maintenance bilingual education
Μαϊπουρική (η) (γλώσσα) Maipuran