ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
μετάλλιο Wheatley (το) Wheatley Medal
ψιθύρισμα whispering
μουρμουρητό whispering
ψιθύρισμα whispery voice
μουρμουρητό whispery voice
σφυριχτή ομιλία (η) whistle(d)-speech
Λευκορωσική (η) (γλώσσα) White Russian
απαλοιφή του γουιζ (whiz) whiz-deletion
ποιος είναι ποιος (έργο αναφοράς) who’s who
όλον whole