ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| γλωσσικό σφάλμα που έχει καθιερωθεί (η) | mumpsimus |
| Μούντα (η) (γλώσσα) | Munda |
| Πρότζεκτ Επισημείωσης του Μünster (MTP) (το) | münster tagging project (MTP) |
| μόρμυρος,-η,-ο | murmur |
| μόρμυρη φώνηση (η) | murmur |
| μουρμουρητό (ρο) | murmur |
| μουρμουρητό (το), γογγυσμός (ο) | murmuring |
| μυϊκός,-ή,-ό | muscular |
| μυϊκό σύστημα (το) | musculature |
| μουσικός τόνος (ο) | musical accent |