ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| μητρική ομιλία (η) | motherese |
| κίνηση (η), επιθηματοποίηση για αλλαγή γένους (η) | motion |
| κίνητρο (το) | motivation |
| κινητική αφασια (η) | motor aphasia |
| κινητική ισοδυναμία (η) | motor equivalence |
| θεωρία κινητήρων (η) | motor theory |
| κινητική θεωρία (η) | motor theory |
| κινητική θεωρία (η), αρθρωτική θεωρία (η) | motor theory |
| κινητική θεωρία αντίληψης ομιλίας (η) | motor theory of speech perception |
| στόμα (το) | mouth |