ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| επαγωγικός-ή-ό, συμπερασματικός-ή,-ό | inferential |
| επαγωγική κατανόηση (η) | inferential comprehension |
| επαγωγική σημασιολογία (η) | inferential semantics |
| απαρεμφατική πρόταση (η) | infinite clause |
| ατέρμονος βρόγχος (ο) | infinite loop |
| απαρεμφατικός,-ή,-ό | infinitival |
| απαρέμφατο (το) | infinitive (inf, INF) |
| απαρεμφατική πρόταση (η) | infinitive (or infinitival) clause |
| απαρεμφατική δομή (η) | infinitive construction |
| απαρεμφατική πρόταση (η) | infinitive sentence |