ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ιερογλυφικά (τα) | Hieroglyphs |
υψηλός,-ή,-ό | high |
υψηλός τόνος (ο) | high accent |
ύφος μεγάλης διακριτικότητας (το) | high considerateness style |
υψηλό χαρακτηριστικό (το) | high feature |
υψηλή πιστότητα (η) | high fidelity |
άνω γερμανική (η) | high German |
μετατόπιση συμφώνων στην άνω Γερμανική (η) | high German consonant shift |
ύφος μεγάλης εμπλοκής (το) | high involvement style |
υψηλή ποικιλία (η) | high variety |