ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ετερογραφία (η) | heterography |
ετερώνυμο (το) | heteronym |
ετερωνυμία (η) | heteronymy |
ετεροργανικός,-ή,-ό | heterorganic |
Ετεροσύλλαβος-η-ο, Ετεροσυλλαβικός-ή-ό | heterosyllabic |
ευρετικός,-ή,-ό | heuristic |
ευρετικό εργαλείο (το) | heuristic device |
ευρετική λειτουργία (η) | heuristic function |
Ινδικά (τα) | HI |
χασμωδία (η) | hiatus |