ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
κεφαλοστραφής,-ής,-ές head-driven
γραμματική της κεφαλοστραφούς φραστικής δομής (η) head-driven phrase-structure grammar
κεφαλοφόρος,-α,-ο headed
κεφαλίδα (η) header
συνθήκη του χαρακτηριστικού κεφαλής (η) head-feature convention
γλώσσες αριστερής κεφαλής (οι) head-first languages
γλώσσες αρχικής κεφαλής (οι) head-first languages
γλώσσες δεξιάς κεφαλής (οι) head-last languages
γλώσσες τελικής κεφαλής (οι) head-last languages
Ακέφαλη αναφορική πρόταση (η) headless relative