ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
Γραμματική εισαγωγή (η) Grammar induction
γραμματική (και) μετάφραση (η) grammar translation
γραμματική και μετάφραση (μέθοδος) (η) grammar translation
γραμματικομεταφραστική μέθοδος (η) grammar translation method
γραμ­μα­τι­κοί (οι) grammarians
συνεχές γραμματικής-λεξικού (το) grammar-lexicon continuum
γραμματικός,-ή,-ό grammatical
γραμματική / δομική αμφισημία (η) grammatical / structural ambiguity
γραμματική αλλαγή (η) grammatical alternation
γραμματική αμφισημία (η) grammatical ambiguity