ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
γλωττιδική θεωρία (η) | glottalic theory |
Γλωττιδικοποίηση (η) | glottalisation |
γλωττιδικοποιημένος-η-ο | glottalised |
Γλωττιδικοποίηση (η) | glottalization |
γλωττιδικοποίηση (η) | glottalization |
γλωττιδικοποιώ | glottalize |
γλωττιδικοποιημένος,-η,-ο | glottalized |
μείωση στοματικών σε γλωττιδικά κλειστά (η) | glottalling |
γλωττίδα / γλωσσίδα (η) | glottis |
γλωσσοχρονολόγηση (η) | glottochronology |