ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
προστριβή (η) friction
άτριβος,-η,-ο frictionless
άτριβος,-η,-ο εξακολουθητικός,-ή,-ό frictionless continuant
Φριζική (η) (γλώσσα) Frisian
Φριουλανική (η) (γλώσσα) Friulian
πρόσθιος,-α,-ο front
προράχη (η) front
Πρόσθιος-α-ο, προράχη της γλώσσας (η), προτάσσω, προσθιώνω front
εμπρόσθιος,-α,-ο front 
προσθιοποιημένος,-η,-ο front