ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| αλλοτριώσιμος,-η,-ο | alienable |
| αποσπάσιμος,-η,-ο | alienable |
| Αλλοτριώσιμος-η-ο, αποσπάσιμος-η-ο | alienable |
| αλλοτριώσιμη κτήση (η) | alienable possession |
| Ευθυγραμμίζω | align |
| ευθυγράμμιση (η) | alignment |
| στοίχιση (η) | alignment |
| ευθυγράμμιση κειμένων (η) | alignment of texts |
| αρχή Αλχαμιάντο (η) | aljamiado principle |
| ολοπολικό (το) | all-pole |