ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| χρονική λογική (η) | temporal logic |
| χρονική γειτνίαση | temporal proximity |
| χρονική σχέση | temporal relation |
| χρονική αναπαράσταση | temporal representation |
| μοντέλο χρονικής ακολουθίας (το) | temporal sequence model |
| χρονικό λεξιλόγιο | temporal vocabulary |
| συνομιλιακός ρόλος (ο) | tenor |
| συνομιλιακός ρόλος (ο) | tenor of discourse |
| τεταμένος-η-ο2 | tense |
| τεταμένος-η-ο2 | tense |