ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| λεξιλόγιο ταμπού | taboo vocabulary |
| λέξη ταμπού (η) | taboo word |
| μετατροπή σε ταμπού (η), ταμπουποίηση (η) | tabooization |
| συνοψίζω, ταξινομώ σε πίνακες | tabulate |
| ταχυστοσκόπιο (το) | tachistoscope |
| ταχυφημία (η) | tachysphemia |
| σιωπηρός,-ή,-ό | tacit |
| σιωπηρή γνώση | tacit knowledge |
| Αξιώματα της Διακριτικότητας και της Γενναιοψυχίας | Tact and Generosity Maxims |
| τακτική συμπεριφορά (η) | tactic behaviour |