ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| συστημική γραμματική | systemic grammar |
| συστημική λεξικογραφία (η) | systemic lexicography |
| συστημική γλωσσολογία (η) | systemic linguistics |
| συστηματικά φωνήματα | systemic phonemes |
| συστηματική φωνημική(η) | systemic phonemics |
| Τ (tu) (εσύ) | T |
| Τύποι Τ (οι) | T forms |
| βαθμός Τ (ο) | t-score |
| έλεγχος Τ(ο) | t-test |
| μονάδα στην οποία μπορεί να περιοριστεί μια πρόταση (η) | t-unit |