ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| πιθανοτική/πιθανολογική γραμματική (η) | probabilistic grammar |
| πιθανότητα (η) | probability |
| βολιδοσκοπική κεφαλή (η) | probe |
| επίλυση προβλημάτων (η) | problem solving |
| επισημείωση προσνατολισμένη στο πρόβλημα (η) | problem-oriented tagging |
| Παράδοξο των Μπαχ και Πήτερς (το), "προβλ-ωνυμικοποίηση" (η) | problominalization |
| διαδικαστική γνώση (η) | procedular knowledge |
| διαδικαστική μνήμη (η) | procedular memory |
| διαδικαστικός | procedural |
| διαδικασιακή γραμματική (η) | procedural grammar |